Παρασκευή 18 Φεβρουαρίου 2011

Σπάσε τον Κυνόδοντα

Μέσω της δημοσιότητας που απέσπασε τον τελευταίο καιρό η ταινία του Λάνθιμου, «Κυνόδοντας», λόγω της υποψηφιότητάς της στον κορυφαίο θεσμό κινηματογραφικών βραβείων, αναδείχθηκε στο ευρύ κοινό ένα προϊόν, μια κοινωνική ταινία μεστή επίκαιρων και διαχρονικών μηνυμάτων, που μέχρι το πρόσφατο παρελθόν αγνοούταν ή ήταν γνωστή σε πολύ περιορισμένο κοινό.
Εύκολα κανείς στην αρχή της ταινίας ενδέχεται να προϊδεαστεί αρνητικά. Η αίσθηση ότι «προκαλεί για να προκαλέσει» και ο χαρακτηρισμός «η αποθέωση της ψευτοκουλτούρας» δεν είναι απίθανο να έρθουν στο μυαλό του θεατή. Όμως, αυτές οι σκέψεις επίσης εύκολα μπορούν να εξαφανιστούν στην εξέλιξη της ταινίας. Μιας ταινίας που διδάσκει ότι ο κόσμος μας δεν είναι αυτός που φτιάχνουν οι άλλοι για μας, φτάνει να ξυπνήσουμε και να το αντιληφθούμε. Μιας ταινίας που επιδιώκει να δείξει ότι η στοχευμένη λανθάνουσα γνώση, η επιτηδευμένη αμάθεια, η περιοριστική εσωστρέφεια στα πλαίσια του «εγκλεισμού» και ο φόβος του «έξω κόσμου» είναι τα καλύτερα μέσα χειραγώγησης κι ελέγχου των «παιδιών».
Μόνος τρόπος «νόμιμης» διαφυγής είναι να χάσεις τον «κυνόδοντά» σου, ο οποίος, όταν θα πέσει μόνος του, θα σημάνει ότι το άτομο θα είναι έτοιμο να φύγει από τα στενά όρια του «σπιτιού», ώστε να γνωρίσει και τον υπόλοιπο κόσμο, που πάντα όμως κρύβει κινδύνους.
Τα αεροπλάνα δε σταματούν να πέφτουν στον κήπο κι όποιος προλάβει κέρδισε, ενώ οι γάτες συνιστούν τέρατα. Ωστόσο, σε μια οικογένεια και ένα ιδιότυπο σπιτικό -μικρογραφίες μιας κλειστής και καταπιεστικής κοινωνίας- όπου η αλατιέρα αποκαλείται -και είναι γνωστή στα παιδιά- ως «τηλέφωνο», η τηλεόραση, έστω και ως μέσο αναπαραγωγής βίντεο, δε λείπει. Όμως, τελικά η οθόνη της τηλεόρασης είναι που αυτή ανοίγει μερικώς τα μάτια στη μεγάλη κόρη, όταν παρακολουθεί τις ταινίες που παίρνει από την -πληρωμένη από τον πατέρα- σύντροφο του αδερφού της.
Το μυαλό της αρχίζει να δραστηριοποιείται και τα ένστικτα της την οδηγούν να καταλάβει ότι ο κόσμος δεν είναι αυτός που φαίνεται και της έχουν επιβάλει τόσα χρόνια. Έτσι, αποφασίζει να αποδράσει σπάζοντας η ίδια τον κυνόδοντά της.
Η προκλητική -για τα ελληνικά δεδομένα και ταμπού- και σε ένα τεράστιο ποσοστό αλληγορική ταινία του Λάνθιμου δεν ξέρουμε αν αξίζει κάποιο όσκαρ, ούτε στην τελική ποιο είναι το ακριβές κριτήριο για μια ταινία να αποσπάσει τον ύψιστο αυτόν έπαινο. Αυτό που είναι σίγουρο ότι πως προσπάθειες, που μπορούν να χαρακτηριστούν έργα τέχνης, που επικοινωνούν και προσφέρουν μηνύματα και νοήματα, θα έπρεπε να προωθούνται περισσότερο από τα ΜΜΕ. Όχι επειδή μπορεί να αποτελούν μια κατάλληλη περίπτωση διαφήμισης των δυνατοτήτων του ελληνικού κινηματογράφου και συνεπαγόμενα της χώρας μας, άλλα επειδή λένε άμεσα ή έμμεσα αλήθειες και προβληματίζουν, αποτελώντας «όαση στην έρημο» της σύγχρονης ελληνικής κουλτούρας. Κουλτούρας πραγματικής και όχι δήθεν…

Ν.Π.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου